Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Πανικός για το φυτό Στέβια.



Στέβια σε τσάι, αναψυκτικά, σε τρόφιμα ως υποκατάστατο της ζάχαρης, σε παγωτά, μαστίχες, καραμέλες, οδοντόπαστες, υγρά καθαριότητας, ακόμα και φαρμακευτικά προϊόντα.
Ξαφνικά συντελείτε μια μικρή επανάσταση κατά της ζάχαρης, με «παντιέρα» τη γλυκαντική αυτή ουσία από τα φύλλα ενός μικροσκοπικού θάμνου που έλκει την καταγωγή του από τη Λατινική Αμερική. Διατροφική πρόοδος ή ένα ακόμα «κόλπο» του παγκόσμιου μάρκετινγκ, προκειμένου να αξιοποιηθεί η στροφή όλο και περισσότερων καταναλωτών προς τα φυτικά προϊόντα;


Το μόνο βέβαιο είναι πως τα τελευταία χρόνια κολοσσοί, μεταξύ των οποίων η Coca-Cola, η PepsiCo, η Unilever, η National Beverage Corp., η Eli Lilly, αλλά και ελληνικές εταιρείες όπως η ΕΨΑ έχουν υλοποιήσει σημαντικές επενδύσεις για να αντικαταστήσουν μέρος των ποσοτήτων ζάχαρης που χρησιμοποιούν με στέβια. Πολυεθνικές έχουν ήδη κατοχυρώσει πάνω από 20
διαφορετικές χρήσεις της στέβιας και πήραν έγκριση για χρήση στη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ενώ διεθνώς εντείνεται η συζήτηση τόσο σε φαρμακευτικό, εμπορικό, επιχειρηματικό και, φυσικά, αγροτικό, επίπεδο για τη χρήση της.

Πού οφείλεται, όμως, η μεταστροφή αυτή; Όπως εξηγούν στελέχη της αγοράς τροφίμων, οι λόγοι είναι δύο. Πρώτον, λόγω των φυσικών ιδιοτήτων της. Είναι ένα ισχυρό γλυκαντικό, 300 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη, αλλά χωρίς καθόλου θερμίδες, και είναι ασφαλές για την ανθρώπινη υγεία, χωρίς ενδείξεις ανεπιθύμητης δράσης στον ανθρώπινο οργανισμό. Ήδη η στέβια προβάλλει ως ισχυρός ανταγωνιστής των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών (όπως της ασπαρτάμης).

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την εκτόξευση της τιμής της ζάχαρης. Τα τελευταία χρόνια, το λεγόμενο ράλι των εμπορευμάτων είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία άνοδο της τιμής της ζάχαρης και, κατ΄ επέκταση, του κόστους παραγωγής εκατοντάδων χιλιάδων προϊόντων. Η ζάχαρη έφτασε να κοστίζει σχεδόν τρεις φορές περισσότερο από όσο το 2000 και, παρά την πρόσφατη διόρθωση της τιμής, συνεχίζει να κινείται σε υψηλά επίπεδα. Πίσω από το ράλι τιμών βρίσκονται η ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση για αγαθά από ανερχόμενες αγορές, όπως η Κίνα και η Ινδία, και γενικότερα από χώρες όπου η οικονομική ανάπτυξη ανεβάζει το βιοτικό επίπεδο.

Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτη της εταιρείας συμβούλων McKinsey, καθώς παγκοσμίως η μεσαία τάξη εκτιμάται πως θα φτάσει τα 5 δισ. το 2030, από 1,8 δισ. που υπολογίζεται σήμερα, προβλέπεται πως η ζήτηση για εμπορεύματα θα συνεχίσει να ωθεί τις τιμές προς τα πάνω.

Ως αποτέλεσμα, η βιομηχανία τροφίμων κυρίως αναζήτησε φθηνότερες εναλλακτικές, με τη στέβια ήδη να χαρακτηρίζεται ως «η ζάχαρη του μέλλοντος». Πέραν της Λατινικής Αμερικής, χώρες με μεγάλη αγροτική παραγωγή και φθηνά αγροτικά χέρια, όπως η Ινδία και, κυρίως, η Κίνα, που αποτελεί τον μεγαλύτερο καλλιεργητή στέβιας στον κόσμο, έχουν αυξήσει εντυπωσιακά την παραγωγή τους τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα με έρευνα της Zenith International, κατά το 2010 οι πωλήσεις της στέβιας διεθνώς ανήλθαν στους 3.500 μετρικούς τόνους, αυξήθηκαν δηλαδή 27% σε σχέση με το 2009, αντιπροσωπεύοντας συνολική αξία 285 εκατ. δολαρίων. Οι πιο πρόσφατες μελέτες αναφέρουν πως έως το 2014 προβλέπεται ότι η αγορά της στέβιας θα αγγίξει τα 825 εκατ. δολάρια.

Αγροτική παραγωγή

Η στέβια προσφέρει σήμερα μια ευκαιρία αντίστοιχη με εκείνη που πρόσφερε παλιότερα η τευτλοκαλλιέργεια και η βιομηχανική παραγωγή ζάχαρης για τη δημιουργία απασχόλησης, αλλά και αγροτικής και βιομηχανικής ανάπτυξης στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τον γεωπόνο Παύλο Καπόγλου, υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από μέρους των αγροτών, ύστερα από τις επιτόπιες ενημερωτικές επισκέψεις που τους έγιναν, γιατί είναι μια καλλιέργεια που γίνεται χωρίς υψηλές απαιτήσεις σε εισροές, λιγότερο «κουραστική», πολύ πιο προσοδοφόρα απ΄ ό,τι πολλές παλιές καλλιέργειες (σιτάρι, βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, καλαμπόκι, ηλίανθος, καπνός κ.ά.), και μάλιστα οικονομικά αυτοδύναμη.

Εκτιμάται πως τα μικτά κέρδη από την καλλιέργεια στέβιας μπορούν να διαμορφωθούν στα 1.000 ευρώ ανά στρέμμα και είναι πολύ μεγαλύτερα σε σχέση με τη βαμβακοκαλλιέργεια, που αποδίδει μικτά κέρδη όχι περισσότερα από 250 ευρώ ανά στρέμμα.

Την ίδια στιγμή, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει αποφασίσει τη διακοπή της επιδότησης προς τους καπνοπαραγωγούς από το 2013, η στέβια εκτιμάται ότι μπορεί να αντικαταστήσει μέρος της ήδη φθίνουσας καπνοκαλλιέργειας στη χώρα.

Από τα χωράφια στα ράφια των σούπερ-μάρκετ

Δεκάδες ήδη προϊόντα στην Ελλάδα έχουν αντικαταστήσει τη ζάχαρη με στέβια. Ακόμα περισσότερο, γνωστές εταιρείες έχουν προχωρήσει στη δημιουργία νέων προϊόντων που βασίζονται στη χρήση της εναλλακτικής αυτής γλυκαντικής ουσίας, προσδοκώντας να καρπωθούν οφέλη από την τάση αλλαγής των διατροφικών συνηθειών και στη χώρα μας.

Η Coca-Cola 3E ήταν μία από τις πρώτες εταιρείες στην Ευρώπη που λάνσαρε ρόφημα με συνδυασμό στέβιας και άλλων γλυκαντικών φυσικής προέλευσης. Στην Ελλάδα έχει ήδη λανσάρει το Nestea Stevia, το οποίο διαθέτει 30% λιγότερα σάκχαρα και θερμίδες. Ο Βασίλης Λώλας, διευθυντής Επικοινωνίας της εταιρείας, σημειώνει πως η Coca-Cola 3E επιδεικνύει ενδιαφέρον για τη χρήση της στέβιας και δεν αποκλείεται η χρήση της να επεκταθεί και σε άλλα προϊόντα του ομίλου. Σε άλλες αγορές, όπως στη Γαλλία, η Coca-Cola France ανακοίνωσε πως, εκτός του Nestea, θα χρησιμοποιήσει την εναλλακτική της ζάχαρης γλυκαντική ουσία και για τη Sprite.

Μετά τα πρώτα βιολογικά αναψυκτικά, η ΕΨΑ ανακοίνωσε την κυκλοφορία των ΕΨΑ light, των «πρώτων ελληνικών αναψυκτικών με στέβια», αποτέλεσμα έρευνας και δοκιμών στο εργαστήριο της εταιρείας που διήρκεσαν πάνω από δύο χρόνια. Η ΕΨΑ light λεμονάδα και η ΕΨΑ light πορτοκαλάδα περιέχουν 2 και 9 θερμίδες ανά 100 ml, αντίστοιχα.

Αλλά και σε τρόφιμα γίνεται στροφή από τη ζάχαρη. Η Unilever ξεκίνησε την προώθηση της Hellmann΄s Ketchup με Stevia, με 50% λιγότερη ζάχαρη. Επίσης, πρόσφατα κυκλοφόρησε στην ελληνική αγορά το Sweete, από τη Φάρμα-σερβ-Λίλλυ, ένα φυσικό γλυκαντικό από φύλλα στέβιας, χωρίς θερμίδες, εναλλακτικό της ζάχαρης και των συνθετικών γλυκαντικών ουσιών. Είναι, επίσης, κατάλληλο για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, δεν περιέχει νάτριο ή αλάτι, ούτε γλουτένη.

Τέσσερα «μυστικά» για τη ζάχαρη του μέλλοντος

Τι είναι η στέβια;
Η στεβια (stevia rebaudiana) είναι ένα είδος φυτού με προέλευση από τη Βραζιλία και την Παραγουάη. Περιέχει μια ουσία που ονομάζεται στεβιόζη ή στεβιόλη και η οποία έχει πολλαπλάσια γλυκαντική δύναμη σε σύγκριση με τη ζάχαρη. Είναι συγγενικό με διάφορα βότανα και άνθη, όπως το χαμομήλι, η μαργαρίτα και το χρυσάνθεμο. Η γλυκιά γεύση των φύλλων της είναι γνωστή εδώ και αιώνες στους αυτόχθονες της Ν. Αμερικής, που τη χρησιμοποιούν ως φυσικό γλυκαντικό. Όμως, πλέον, χρησιμοποιείται σε αρκετές χώρες ως εναλλακτική γλυκαντική ουσία, εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης σε ουσίες με χαμηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, υδατάνθρακες και θερμίδες. Η γλυκαντική ύλη από το φυτό στέβια εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2011, ακολουθώντας τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων.

Είναι ασφαλής η κατανάλωσή της;
Η Ιαπωνία ήταν από τις πρώτες χώρες που, από τις αρχές του 1 970, αξιολόγησαν την ασφάλεια της στέβιας και των γλυκαντικών της και ενέκριναν τη χρήση τους σε τρόφιμα και ροφήματα. Το 2008, ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (U.S. Food and Drug Administration - FDA) αναγνώρισε τη στέβια ως Generally Recognized As Safe - GRAS (γενικά αναγνωρισμένη ως ασφαλής). Την ίδια χρονιά, η Κοινή Επιστημονική Επιτροπή του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τα πρόσθετα των τροφίμων (JECFA) έκρινε ότι τα εκχυλίσματα στέβιας είναι ασφαλή για κατανάλωση, ενώ η χρήση της εγκρίθηκε σε Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία.

Το 2010, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) αξιολόγησε το σύνολο των δεδομένων από μελέτες που διερεύνησαν την ασφάλεια των γλυκοζιτών στεβιόλης και, σε συμφωνία με την JEFCA, τους θεώρησε ασφαλείς για κατανάλωση, δηλώνοντας ότι «δεν είναι καρκινογόνος, δεν είναι τοξική και δεν είναι επικίνδυνη για την ανθρώπινη αναπαραγωγή». Τέλος, το 201 1, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τη χρήση των γλυκοζιτών στεβιόλης ως γλυκαντικού σε τρόφιμα και ροφήματα.

Ωστόσο, σε κάποιες χώρες, η στέβια δεν έχει πάρει άδεια χρήσης. Για παράδειγμα, στο Χονγκ Κονγκ και στη Σιγκαπούρη παραμένει επισήμως απαγορευμένη. Ο λόγος είναι ότι οι Οργανισμοί Υγείας σε κάθε χώρα αξιολογούν διαφορετικά τις έρευνες που έχουν γίνει γύρω από τη στέβια.

Μελετώνται οι φαρμακευτικές της ιδιότητες;
Έρευνες γίνονται για την επίδραση της στέβιας στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, αφού θεωρείται πως ενεργοποιεί την έκκριση ινσουλίνης. Επίσης, πιστεύεται ότι ενισχύει την άμυνα του οργανισμού και προστατεύει από ιούς και βλάβες του DNA. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, ενδεχομένως, για τη μείωση της υπέρτασης, τη μείωση των επιπέδων ουρικού οξέος ή ως καρδιοτονωτικό, όμως καμία από τις ιδιότητες αυτές δεν έχουν ακόμη επισήμως επιβεβαιωθεί.

Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στη φαρμακοβιομηχανία;
Παράγοντες από τον χώρο του φάρμακου θεωρούν πως η στέβια δύσκολα θα μπορούσε να αποτελέσει συστατικό φαρμάκου ή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως έκδοχο για τη βελτίωση της γεύσης. Εντούτοις, η ευρωπαϊκή και η ελληνική νομοθεσία θέτουν πολύ αυστηρούς περιορισμούς στον τομέα του φαρμάκου. Θα πρέπει, εξάλλου, να αξιολογηθεί κατά πόσο συμφέρει η αντικατάσταση των γλυκαντικών που ήδη χρησιμοποιούνται ως έκδοχα με τη στέβια, σε τι δοσολογία θα χρησιμοποιηθεί και εάν η επαναλαμβανόμενη κατανάλωσή της μέσω του φαρμάκου επιφέρει οποιουδήποτε είδους παρενέργειες στον ανθρώπινο οργανισμό. Επιπλέον, αν επιτραπεί η χρήση στέβιας, το τελικό φαρμακευτικό προϊόν θα πρέπει να λάβει την απαραίτητη έγκριση για κυκλοφορία του στην αγορά.

Πηγή: εφημερίδα "Κεφάλαιο"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου